Μόλις δεκαπέντε χιλιόμετρα από το Ηράκλειο στον οικισμό “Βλαχιανά” βρίσκεται ένα παλαιό λιθόκτιστο κτίσμα, κτισμένο αμφιθεατρικά σε υψόμετρο περίπου 600 μέτρων. Η ανέγερσή του, σύμφωνα με μαρτυρίες, χρονολογείται το 1914, ενώ παρέμενε ακατοίκητο από τη δεκαετία του '40. Κεντρικό κορμό του κτιρίου αποτελούσαν δύο όμορες λιθόκτιστες κατοικίες. Η τοποθεσία, η παλαιότητα του κτίσματος και η νέα του λειτουργία, αποτέλεσαν αφορμή για συζήτηση και σκέψη, ως προς την αρχιτεκτονική αντιμετώπιση.
Βασική αρχή για την πρόταση αποκατάστασης και ένταξης νέων χρήσεων στο ιστορικό κτίριο ήταν η κάθε νέα επέμβαση να σέβεται και αναδεικνύει τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του. Η συμβολική αξία και η ιεράρχηση των υφιστάμενων σχέσεων και χώρων, η οποία συνοδεύεται από αντίστοιχες κατασκευές και υλικά (δάπεδα, κουφώματα, διακοσμητικά τοίχων και ορόφων) αναδεικνύεται περαιτέρω. Μια τέτοια θεώρηση δρα καταλυτικά στον σχεδιασμό των επεμβάσεων και βοηθά τους χρήστες να κατανοήσουν και να εκτιμήσουν την ιστορική και αισθητική αξία του κτιρίου.
Οι αρχιτεκτονικές επεμβάσεις αποσκοπούν τον εκσυγχρονισμό του κτιρίου, είναι διακριτικές και εκφράζουν την εποχή του. Η στατική λύση που επιλέχθηκε άφησε όσο το δυνατόν αναλλοίωτο το υφιστάμενο κέλυφος, κάνοντας παράλληλα την επέμβαση ορατή. Οι νέες προσθήκες διαφοροποιούνται από τις αρχικές ιστορικές κατασκευές ώστε να δηλώνεται η σύγχρονη εφαρμογή, ενώ τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή τους είναι συμβατά προς τα υλικά δόμησης του υπάρχοντος κτιρίου.
Οι δύο διώροφες κατοικίες διαμορφώθηκαν σε ξενοδοχείο. Στο ισόγειο, η βόρεια κατοικία αποτελείται από το χώρο εισόδου, τη ρεσεψιόν, το καθιστικό με το τζάκι και την τραπεζαρία. Το δωμάτιο στη ΒΑ πλευρά της, διατηρεί τη χρήση του ως κουζίνα ενώ στη ΒΔ πλευρά βρίσκονται οι χώροι του ελαιοτριβείου και του πατητηριού, που χρησιμοποιούνται ως εκθεσιακοί χώροι και χώροι ανάπαυσης για τους φιλοξενούμενους. Στη νότια κατοικία, δημιουργήθηκαν δύο μονόχωρα δωμάτια διαμονής.
Η πρόσβαση στον όροφο γίνεται μέσω εσωτερικής σκάλας, η οποία συνοδεύεται από ένα εντυπωσιακό χειροποίητο κάγκελο. Σ’ αυτό το επίπεδο, η βόρεια και νότια κατοικία έχουν ενοποιηθεί, δημιουργώντας τρία μονόχωρα και δύο δίχωρα δωμάτια διαμονής. Αξιοσημείωτη είναι η διαφορετικότητά τους τόσο στην κάτοψη, όσο και στα έπιπλα και τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν, ενώ η λιτότητα συνδυάζεται με τη παραδοσιακή αρχιτεκτονική.
Ανατολικά του κεντρικού κτιρίου ο χώρος της υφιστάμενης αποθήκης, αξιοποιείται ως χώρος αποθήκευσης αγαθών στο ισόγειο, ενώ το υπόγειο αυτής ως μηχανοστάσιο. Επίσης, ο χώρος βόρεια της αποθήκης προσφέρει ένα άνετο χώρο στάθμευσης στους φιλοξενούμενους.
Λόγω της αμφιθεατρικής θέσης του οικισμού, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να θαυμάσει την ανατολή του ηλίου, όπως αυτή ξεπροβάλει πίσω από τους τεράστιους ορεινούς όγκους των Λασιθιώτικων όρων. Οι ιδιαίτερες γωνιές δίνουν (τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά) ξεχωριστό χαρακτήρα και ταυτότητα στο χώρο, αποσκοπώντας έτσι στη δημιουργία ενός νέου και ταυτόχρονα ζωντανού περιβάλλοντος. Τέλος, το κτίσμα καταφέρνει να εναρμονιστεί με τις αισθητικές και τεχνολογικές ανάγκες του σήμερα, δίνοντας στον επισκέπτη την ευκαιρία να βιώσει μια ολιστική εμπειρία.